Παρασκευή 23 Μαρτίου 2012

Η δράση του Γ. Καραϊσκάκη στο Κερατσίνι


Ασχολούμαστε με την τοπική ιστορία 
Στιγμές της επανάστασης του '21.... στην περιοχή μας 

"Σκοπός της ιστορίας είναι μόνο να μας διδάσκει;  Όχι βέβαια 
Σύγχρονα πρέπει συναρπάζοντας μας,να μας κάνει καλύτερους και σαν άτομα και σαν σύνολο. 
Να πλουτίσει και τις γνώσεις μας και τα αισθήματά μας.
Δεν μπορεί λοιπόν να είναι ξερή αφήγηση γεγονότων. 
Πρέπει να μας δίνει και την ατμόσφαιρα της εποχής με τέτοιον τρόπο, 
που να μας την κάνει προσιτή και οικεία.
  Απόσπασμα από το έργο του Δ.Φωτιάδη «Η Επανάσταση του 21»


ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ
Ο γιος της καλογριάς (1782 - 1827)


Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ή Καραΐσκος είναι η πιο καταπληκτική, ίσως και η πιο δραματική μορφή από τους αγωνιστές του '21. Περίφημος κλέφτης του Κατσαντώνη, αρματολός των Αγράφων, στρατάρχης της Ρούμελης, αρχιστράτηγος της Ελλάδας και προπαντός γνήσιος λαϊκός ηγέτης.
Γεννήθηκε το 1782 σε μια σπηλιά κοντά στο Μαυρομμάτι Καρδίτσας από "καλογριά" του κοντινού μοναστηριού του Αγίου Γεωργίου, τη Ζωή Ντιμισκή.  Λέγεται πως ο πατέρας του ήταν ο αρματολός του βάλτου Δημήτρης Ίσκος ή Καραϊσκος. Μέχρι το θάνατό του ο Καραϊσκάκης ήταν γνωστός με το όνομα "Ο γιος της Καλογριάς".
   Ο Καραϊσκάκης πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια κοντά στην οικογένεια ενός σαρακατσάνου τσέλιγκα γιατί μόλις έγινε οκτώ χρονών πέθανε η μάνα του κι έτσι μεγάλωσε ανάμεσα στους ξένους τρώγοντας "ξύλο και μπομπότα", πότε στο Μαυρομμάτι και πότε στη Γράλιστα και Λεοντίτο.
Από μικρός κατατάχτηκε στα αρματολίτικα σώματα των Αγράφων, όπου ξεχώρισε για την παλικαριά και την εξυπνάδα του.
Διετέλεσε πρωτοπαλίκαρο του Κατσαντώνη. Αναμείχθηκε στους πολέμους του Αλή Πασά των Ιωαννίνων άλλοτε ως σύμμαχος και άλλοτε ως αντίπαλος.      Αντιπροσώπευσε τα Άγραφα σε σύσκεψη μυημένων στα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας για την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα που πραγματοποιήθηκε στη Λευκάδα το πρώτο δεκαήμερο του Ιανουαρίου 1821
   Οργάνωσε το αρματολίκι του, χρηματοδοτώντας το ο ίδιος, από τη περιουσία που έκαμε στα Γιάννενα όσο ασχολιόταν με το εμπόριο. Όλα για τη πατρίδα και τους ανθρώπους της. Πρώτα φρόντιζε τους συντρόφους του και κατόπιν τον εαυτό του.  Έτσι ξεκίνησε τον αγώνα. Δεν πήρε μέρος στα πρώτα χρόνια της επανάστασης γιατί κυρίως ο Μαυροκορδάτος ήταν σε αντιπαράθεση μαζί του. Η διαμάχη εξάλλου ανάμεσα στους προύχοντες και τους οπλαρχηγούς οδήγησε και τα δυο μέρη πολλές φορές σε ακρότητες. Στη συνέχεια έλαβε μέρος σε πολλές μάχες, η δε γενναιότητά του καθώς και τα χωρατά του έμειναν στην ιστορία.

«Μια ιστορία που αναφέρεται στο χαρακτήρα του»

Στο μοναστήρι του Προυσού πεσμένος στο κρεβάτι απ' τη φυματίωση κατά το 1823 ο Καραϊσκάκης παροτρύνθηκε από κάποιο καλόγερο να τάξει στην Προυσιώτισσα ένα δώρο για να γίνει καλά.
Τι να δώσω ορέ!... Δεν έχω τίποτε άλλο απ' το μουλάρι μου και το τάζω, είπε χαμογελώντας πικραμένα. Αφού βελτιώθηκε κάπως η υγεία του και του έπεσε ο πυρετός έδεσε το μουλάρι απ' την πόρτα της εκκλησίας χάρισμα στην Παναγία κι όπως' πάντα είπε τ' αστείο του: "Που να 'ξερα εγώ Παναγιά μ' πως ήθελες του μπλάρι μ' για να με γιάν'ς τόσο καιρό".

Μετά την πτώση του Μεσολογγίου (1826 ) έγινε Αρχιστράτηγος της Στερεάς κι άρχισε τις επιχειρήσεις εναντίον του Κιουταχή που τον νίκησε στην Αράχοβα, στο Δίστομο, στη Δόμβραινα και αλλού, εφαρμόζοντας με επιτυχία τον ανταρτοπόλεμο και καταστρέφοντας τις εφοδιοπομπές του εχθρού. Ιδιαίτερα η νίκη στην Αράχοβα το Νοέμβριο του 1826 είχε τεράστια απήχηση και πολύ μεγάλη σημασία για την επανάσταση που μέχρι εκείνη τη στιγμή έδειχνε ότι σχεδόν είχε σβήσει.

Στη συνέχεια όμως η Κυβέρνηση έκαμε το λάθος να αναθέσει την Αρχιστρατηγία του Αγώνα στον Άγγλο Τσόρτς, που δεν γνώριζε καλά τα πράγματα στην Ελλάδα.

Επεδίωκε κατά μέτωπο επίθεση εναντίον του Κιουταχή που πολιορκούσε την Ακρόπολη στην Αθήνα, ενώ ο Καραϊσκάκης ζητούσε αποκλεισμό των Τούρκων από στεριά και θάλασσα για να αναγκαστούν να υποχωρήσουν. Οι ισχυρές επαναστατικές δυνάμεις που βρίσκονταν στην περιοχή με αρχηγό τον Καραϊσκάκη περίμεναν εντολές για να κινηθούν ανάλογα.

Ο Αγώνας στη Στερεά και το σχέδιο του Καραϊσκάκη
Ύστερα από την πτώση του Μεσολογγιού, ο Κιουταχής προχώρησε στην Αττική, κατέλαβε την Αθήνα και πολιόρκησε την Ακρόπολη, που την υπερασπίζονταν οι Έλληνες με αρχηγό τον Γκούρα. Έπρεπε με κάθε τρόπο να κρατηθεί ελεύθερη η Ακρόπολη και να μη σβήσει η Επανάσταση στη Στερεά Ελλάδα.
Ο Καραϊσκάκης με την στρατιωτική του οξυδέρκεια δεν άργησε να καταλάβει, πως η Αθήνα δεν θα ελευθερωνόταν από την Καστέλα και τον Πειραιά και πως θα 'ταν τρέλα να τα παίξουν όλα για όλα, κάνοντας γιουρούσι στον κάμπο, όπου κινδύνευαν από την τουρκική καβαλαρία.


Η έξοχη ζωγραφιά του Θεόφιλου απεικονίζει τον Καραϊσκάκη, επικεφαλή των Ελλήνων, να καταδιώκει τον Κιουταχή και τους Τούρκους απ' την Αθήνα το 1826
Ο Κιουταχής δεν είχε ποτέ βρεθεί σε τόσο δύσκολη θέση. Τίποτα το πιο εύκολο, από πολιορκητής να γίνει πολιορκημένος. Η Ρούμελη είχε χαθεί γι αυτόν κι οι Έλληνες κράταγαν τη θάλασσα. Αν έκλειναν, λοιπόν τα καΐκια τον Κιουταχή στον Ευβοϊκό κόλπο και πιάνανε τις Θερμοπύλες και τον Ωρωπό, θ' αναγκάζονταν, μέσα σε λίγες μέρες να τα παρατήσει όλα και να φύγει καταντροπιασμένος για τη Θεσσαλία. Όλοι ο ιστορικοί, χωρίς καμιά εξαίρεση παραδέχονται πως αυτό ήταν το σωστό σχέδιο.

Στο Κερατσίνι

Όταν ο Κιουταχής έφτασε στην Αττική τον Ιούνιο του 1826, ο πρόεδρος της κυβέρνησης Ανδρέας Ζαΐμης είχε διορίσει γενικό αρχηγό των δυνάμεων της Ανατολικής Στερεάς το Γεώργιο Καραϊσκάκη. Για να αντιμετωπίσει τις δυνάμεις του Κιουταχή ο Καραϊσκάκης πήρε την απόφαση να καταλάβει το Κερατσίνι, το οποίο βρισκόταν μια ώρα βόρεια από τον Πειραιά, προκειμένου να μπορέσει να ανοίξει το δρόμο προς την Ακρόπολη προχωρώντας μέσα από τον ελαιώνα της Αθήνας και παράλληλα εμποδίζοντας το εχθρικό ιππικό να τον χτυπήσει. Επιπλέον, στο Κερατσίνι θα ήταν ευκολότερος ο ανεφοδιασμός του στρατού του.

Ο Καραϊσκάκης έφτασε στο Κερατσίνι στις 2 Μαρτίου και άρχισε αμέσως να οργανώνει την άμυνά του. Εδώ θα φτιάξει τα πρόχειρα οχυρώματά του, δηλαδή τα «ταμπούρια του» και με αφορμή αυτό ολόκληρη η περιοχή θα ονομαστεί έτσι, κρατώντας μέχρι σήμερα αυτή την προσωνυμία.

 Έδωσε διαταγή σε 150 ή 250 άνδρες να οχυρώσουν ένα περιτοιχισμένο μετόχι που δέσποζε στην περιοχή, γιατί ήταν βέβαιος ότι εκεί θα δινόταν η καθοριστική μάχη. Ο χώρος που είχε υψώσει τα ταμπούρια του ο Καραϊσκάκης ήταν γύρω από το λόφο του Αϊ-Γιώργη, το δε πηγάδι που βρίσκεται απέναντι από το άλλοτε εργοστάσιο του Σταυριανού χρησίμεψε για να παίρνουν νερό τα παλικάρια του.

Ο Κιουταχής έσπευσε στην περιοχή, αρχικά με 800 στρατιώτες. Η πρώτη του επίθεση ήταν καθαρά αναγνωριστική και αποκρούστηκε εύκολα από τους Έλληνες. Στη συνέχεια έστησε τα κανόνια του σε λόφο απέναντι από το μετόχι, στο νότιο ύψωμα του Κορυδαλλού.
Το στρατόπεδο του Καραϊσκάκη στην Καστέλα, 1855 Λάδι σε μουσαμά 145 εκ. x 178 εκ., Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου
Στις 4 Μαρτίου ο Κιουταχής με δύναμη 4.000 πεζών και 2.000 ιππέων, επιτέθηκε εκ νέου εναντίον των Ελλήνων. Αρχικά επιτέθηκε με τα κανόνια του στο μετόχι, οι υπερασπιστές του οποίου προέβαλαν ισχυρή αντίσταση, αν και οι τοίχοι κατέρρεαν. Το μεσημέρι οι Τούρκοι ετοιμάστηκαν για την τελική έφοδο. Βλέποντας ο Καραϊσκάκης ότι οι άνδρες του βρίσκονταν σε δυσμενή θέση, προχώρησε σε αντιπερισπασμό. Ο Κιουταχής χώρισε στα δύο το στρατό του και, στρέφοντας το μεγαλύτερο μέρος κατά του μετοχιού, έστειλε το άλλο τμήμα εναντίον του Καραϊσκάκη. Η ηρωική αντίσταση των υπερασπιστών του μετοχιού ήταν καθοριστική για την έκβαση της μάχης. Οι Τούρκοι καθηλώθηκαν και λίγο αργότερα αναγκάστηκαν να τραπούν σε φυγή. Αλλά και η υπερασπιστική γραμμή του Καραϊσκάκη έφερε αντίστοιχο αποτέλεσμα. Το ιππικό του Χατζημιχάλη παρέσυρε τους εχθρούς σε μια «χωσιά» και τους προξένησε βαρύτατες απώλειες. Λίγο αργότερα ο ελληνικός στρατός ενισχύθηκε με άνδρες του στρατοπέδου της Καστέλας, ολοκληρώνοντας έτσι την ήττα του Κιουταχή. Οι απώλειες των Τούρκων ήταν μεγάλες -300 νεκροί και 500 τραυματίες- ενώ οι Έλληνες είχαν μόνο τρεις νεκρούς και 25 τραυματίες. Η μεγάλη νίκη δημιούργησε κλίμα ευφορίας στο στρατόπεδο των Ελλήνων και αναπτέρωσε το ηθικό τους.


 Το αποτέλεσμα της μάχης δικαίωσε για μια ακόμα φορά τις επιλογές του Καραϊσκάκη και των «απειθάρχητων» Ελλήνων και έδωσε την πιο ισχυρή απάντηση σε όσους πίστευαν ότι μόνο με τακτικό στρατό θα μπορούσαν να αντικρούσουν τους Τούρκους.




Το ίδιο διάστημα 2.000 Πελοποννήσιοι υπό τον Γενναίο Κολοκοτρώνη, τους Πετμεζάδες, Σισίνη κ.ά. οπλαρχηγούς φθάνουν σε βοήθεια.
Στις αρχές του Μάρτη η κατάσταση στο στρατόπεδο στο Κερατσίνι ήταν δύσκολη, βρήκαμε το γράμμα του Καραϊσκάκη στον Κολοκοτρώνη που του ζητούσε τρόφιμα και πολεμοφόδια:

''Αδερφέ Κολοκοτρώνη,
  Η αιτία που σου γράφω δεν είναι για να σου πω πως πεινάσαμε τόσο, όπου κιντύνεψε να σκορπίσει τ’ ασκέρι και να τα χάσουμε όλα. Μήτε θέλω να σου πω πόσα ταϊνια και τζεμπιχανές (τροφές και πολεμοφόδια ), χρειάζονται να βασταχτεί ένα τέτοιο ορδί σαν το δικό μας, γιατί αυτά τα ξέρεις καλύτερα από μένα.
  Εκείνο που θέλω να σου πω είναι πως μια και βρίσκεσαι στην Εθνοσυνέλευση και ξέρεις από κάθε άλλον καλύτερα τι και πόσα χρειάζεται ένα τέτοιο ασκέρι για να κάνει δουλειά και πως πρέπει να τάχει έτοιμα και μπόλικα, για να μπορεί, τραβώντας σε πίζουλα μέρη, να πάρει μαζί του χαϊρεδες και πολλές μέρες, να τα πεις όλα αυτά και στους άλλους.
  Εύκολα ένα μεγάλο ασκέρι σκορπίζεται αν του λείψουν ολότελα για τρεις και πέντε μέρες τροφές, πολύ δύσκολα όμως συνάζεται.
  Όλα τούτα να τα παραστήσεις στην Εθνοσυνέλευση για να μας προφτάσει όσο μπορεί πιο γρήγορα κι όχι με τις συνηθισμένες δέκα ως είκοσι χιλιάδες οκάδες , γιατί κι αυτές τριών ημερών τροφές είναι.
  Σε παρακαλώ να τα φροντίσεις αυτά, για να μη χαθεί το έθνος απ’ όσους δεν τα ξέρουν, για να μην πω απ’ την αδιαφορία εκείνων όπου μπορούν να κάνουν τα’ όφελος. Σε παρακαλώ ακόμα να κοιτάξεις να ’ρθουν κι εκείνα τα δολιοπρόβατα. Πίστεψε με αδερφό σου, με όλη την ειλικρίνεια και την προθυμία για καθετί που με ιδεάσανε.''
25 του Μάρτη 1827 Στρατόπεδο Κερατσινίου
Ο Γενικός Αρχηγός της Στερεάς Ελλάδας
 Γ. Καραϊσκάκης 

Το ίδιο μας λένε και οι ίδιοι οι αγωνιστές στα απομνημονεύματά τους

Άλλοι προσπάθησαν να κορέσουν την πείνα τους μαζεύοντας άγρια χόρτα, ο ίδιος ο Καραϊσκάκης λέει στην αναφορά του στη Γενική Διοίκηση ότι πήρανε το στάρι των φτωχών ανθρώπων (που σημαίνει ότι υπήρχαν κάποιοι μόνιμοι κάτοικοι στο χωριό Κερατσίνι) 

H κατάσταση στο στρατόπεδο των Ελλήνων

Στις 21 Μαρτίου, ο Καραϊσκάκης, προκειμένου να εμψυχώσει τους υπερασπιστές της Ακρόπολης, προκάλεσε σύγκρουση με τον Κιουταχή, και μάλιστα από σημείο που να είναι ορατό από την Ακρόπολη.  Για τον λόγο αυτό επέλεξε τον ελαιώνα στη Μονή Δαφνίου. Η μάχη ήταν αμφίρροπη και προς στιγμήν οι Έλληνες υπερφαλαγγίστηκαν από το ιππικό του Κιουταχή, ενώ ο Καραϊσκάκης αποκόπηκε από τη βάση του στο Κερατσίνι. Τελικά, όμως, έπειτα από σκληρή μάχη, κατάφερε να απαγκιστρωθεί και να υποχωρήσει, με αρκετές ωστόσο απώλειες. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν ο Σουλιώτης Β. Δαγκλής και τρεις υπασπιστές του Γενναίου Κολοκοτρώνη. 
Εν τω μεταξύ το στρατόπεδο του Κερατσινίου ενισχυόταν συνεχώς με Έλληνες μαχητές, και μέσα σε λίγες ημέρες είχε γίνει ένα από τα βασικά κέντρα επιχειρήσεων των Ελλήνων. Το γενικό αρχηγείο του Καραϊσκάκη μεταφέρθηκε στον Πειραιά μόνο μετά τη νίκη στο μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα. Η κατάληψη του μοναστηριού, που βρισκόταν πλέον στα χέρια των εχθρών θεωρήθηκε μείζονος σημασίας, ώστε να μην κινδυνεύουν τα νώτα του ελληνικού στρατού όταν θα πραγματοποιούσε επιχειρήσεις στην Ακρόπολη.

Ο τρόπος της επίθεσης προκάλεσε διαφωνίες ανάμεσα στον Καραϊσκάκη και τους αρχηγούς του ελληνικού στρατού και στόλου, Ρίτσαρντ Τσωρτς και λόρδο Κόχραν, οι οποίοι είχαν διοριστεί από την Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας μετά από εισήγηση της κυβέρνησης. Οι δύο Άγγλοι επέμεναν για γενική και κατά μέτωπο επίθεση, ενώ αντίθετα ο Καραϊσκάκης ζητούσε αρχικά την αποκοπή του τουρκικού στρατού από τη δυνατότητα ανεφοδιασμού του.

Γράφει χαρακτηριστικά ο Γενναίος Κολοκοτρώνης: «Η δε γνώμη του Καραϊσκάκη, όπου νομίζω να ήταν και φρονιμωτέρο, ήτον να εβαρκαρισθή το περισσότερον στράτευμα, να υπάγη κατά το μέρος του Ωρωπού,όπου να κόψη τας τροφάς,όλου του τουρκικού στρατού όπου ήρχοντο από εκείνα τα μέρη και μην έχοντες οι Τούρκοι τροφάς βέβαια ήθελεν διαλύσουν.

Η Τελική μάχη

Στις αρχές του Απριλίου του 1827 προσήλθαν και οι διορισμένοι από την Συνέλευση της Τροιζήνας (Κυβέρνηση), "στόλαρχος πασών των ναυτικών δυνάμεων", Κόχραν μαζί με τον Τσωρτς, "διευθυντή χερσαίων δυνάμεων" προκειμένου να συνδράμουν τον Αγώνα.
  Με τους δύο αυτούς ξένους ο Καραϊσκάκης βαθμιαία περιήλθε σε διαφωνίες, τόσο για την τακτική του πολέμου, όσο και κατά την οργάνωση για την κατά μέτωπο επίθεση. Οι διορισμοί των ξένων εκείνων προσώπων υπήρξαν αναμφίβολα το μοιραίο σφάλμα που ανέτρεψε την έκβαση του Αγώνα. Και τούτο διότι προσπαθούσαν να εφαρμόσουν τακτικές οργανωμένου στρατού αγνοώντας τις τακτικές των Ελλήνων, την ψυχολογία τους, αλλά και τις μορφολογικές δυνατότητες της περιοχής, επιζητώντας την έξοδο με κατά μέτωπο επίθεση σε πεδιάδα, επειδή ακριβώς, δεν γνώριζαν το είδος αυτό του πολέμου που επιχειρούσαν μέχρι τότε οι Έλληνες. Έτσι η ανάμιξη αυτών στις πολεμικές ενέργειες με ταυτόχρονες διαταγές του ενός και του άλλου παρέλυσαν τις διαταγές του Καραϊσκάκη.
Αυτό οδήγησε τον Αρχιστράτηγο να επεμβαίνει προσωπικά μέχρι αυτοθυσίας σε όλες τις συμπλοκές, ακόμη και τις μικρότερες, ένα ακόμη μοιραίο σφάλμα των περιστάσεων εκείνων.
Άφιξη του Καραϊσκάκη στο Φάληρο (Κωνσταντίνος Βολανάκης)
Αυτό το αντελήφθη ο Κολοκοτρώνης οποίος και διαμήνυσε στον Καραϊσκάκη να αποφεύγει τις άσκοπες αψιμαχίες και ακροβολισμούς για να μη φονεύονται και οπλαρχηγοί τους οποίους "κυνηγά το βόλι".
  Ο Κολοκοτρώνης του τόνιζε μάλιστα ότι είναι ανάγκη "να σώσει τον εαυτόν του για να σωθεί και η πατρίδα". Ο Καραϊσκάκης όμως έχοντας ατίθασο χαρακτήρα, παρά τις συστάσεις και παρά την κατάσταση της υγείας του αποφάσισε να ανακόψει τους ακροβολισμούς των Τούρκων.
  Η επιχείρηση ορίσθηκε να πραγματοποιηθεί τη νύχτα της 22ας προς την 23η Απριλίου 1827, έχοντας συμφωνήσει κανείς να μην ξεκινήσει άκαιρα τους πυροβολισμούς πριν δοθεί το σύνθημα για γενική επίθεση. Το απόγευμα της 22ας Απριλίου ακούστηκαν πυροβολισμοί από ένα Κρητικό οχύρωμα. Οι Κρητικοί προκαλούσαν τους Τούρκους και καθώς εκείνοι απαντούσαν οι εχθροπραξίες γενικεύτηκαν.
   Ο Καραϊσκάκης, παρότι άρρωστος βαριά, έφτασε στον τόπο της συμπλοκής. Εκεί μια σφαίρα τον τραυμάτισε θανάσιμα στο υπογάστριο. Οι γιατροί που ανέλαβαν την περίθαλψή του, γρήγορα κατάλαβαν ότι θα κατέληγε.

Ο ήρωας μεταφέρθηκε στο στρατόπεδό του στο Κερατσίνι και αφού μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων, υπαγόρευσε τη διαθήκη του που ιδιόχειρα υπέγραψε.

Την επομένη στις 23 Απριλίου 1827 ο Αρχιστράτηγος Γεώργιος Καραϊσκάκης υπέκυψε στο θανατηφόρο τραύμα του μέσα στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου στο Κερατσίνι, ανήμερα της γιορτής του. Η σορός του μεταφέρθηκε στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου στη Σαλαμίνα όπου ετάφη και θρηνήθηκε από το πανελλήνιο.

Αναφέρεται πως όταν ο Κολοκοτρώνης έμαθε τον θάνατο του Καραϊσκάκη "κάθισε σταυροπόδι" και μοιρολογούσε σαν γυναίκα.
Ο θάνατος του Καραϊσκάκη, ξυλογραφία. Σπύρου Βασιλείου. Στις 23 Απριλίου 1827 ξεψυχάει άδοξα ο Καραϊσκάκης, ο δοξασμένος ήρωας της Επανάστασης, ο ελευθερωτής της Ρούμελης.


Ο Μακρυγιάννης περιγράφει τις τελευταίες ώρες του ήρωα ως εξής:

«Ο Καραϊσκάκης ήταν άρρωστος. Με φωνάζει και μου λέγει να ειπώ του Αρχιστράτηγου και του Ναυάρχου το σκέδιον και να λάβω από τον Ναύαρχον τα τζαπιά και φτυάρια, οπούταν μέσα εις το καράβι του, κι' αυτά να τα μεράσω εις τους αρχηγούς όπου θα πάμεν από τους Τρεις Πύργους. Και το σκέδιον ήταν να δώσω του κάθε ενού οδηγού κι από 'ναν Αθηναίον να ξέρη τις θέσες. Από τους Τρεις Πύργους ως τον Ανάλατον να γίνουν από την θάλασσα κι ως εκεί έντεκα ταμπούρια στο μπροστινό να είναι χίλιοι άνθρωποι μέσα. Πήγα αντάμωσα τον Κοκράν και Τζούρτζη και είπα τα σκέδια και να ετοιμάσουν και τα καράβια δια όσους θα πάμεν από τους Τρεις Πύργους σουρουπώνοντας να βαρκαριστούμεν. Πήρα τα τζαπιά και φτυάρια και τα 'δινα του κάθε οδηγού της θέσης κι αρχηγού. Τελειώνοντας από αυτά, ακώ έναν πόλεμον. Πηγαίνομε, τηράμε, πλησίον εις το Γλυκό Νερό ήταν ένα ταμπούρι Τούρκικον κι εκεί πήγαν κάτι μεθυσμένοι νησιώτες και Κρητικοί, πιάσαν τον πόλεμον. Συνάχτη το περισσότερον στράτεμα. Εκεί οπού πήγαμεν να σβέσωμεν τον πόλεμον, ότι θα κάναμεν το κίνημα το βράδυ, πλάκωσαν και Τούρκοι περισσότεροι πεζούρα και καβαλαρία. Άναψε ο πόλεμος πολύ. Ήρθε κι' ο Καραϊσκάκης. Τότε του λέγω «Σύρε οπίσου να πάψη ο πόλεμος, ότι το βράδυ θα κινηθούμεν. «Μου λέγει, στάσου αυτού με τους ανθρώπους κι' εγώ φέγω». Τότε σε ολίγον μαθαίνω ότι βαρέθη ο Καραϊσκάκης. Πάγω εκεί μαζευόμαστε, τηράμεν. Ήτανε βαρεμένος εις τα ασκέλι παραπάνου εις τα φτενά. Μαζωχτήκαμεν όλοι εκεί. Μας είπε με χωρατά: «Εγώ πεθαίνω. Όμως εσείς να είστε μονοιασμένοι και να βαστήξετε την πατρίδα». Τον πήγαν εις το καράβι. Την νύχτα τελείωσε και τον πήγαν εις την Κούλουρη και τον τάφιασαν.»
Ο θάνατός του συγκίνησε τον απλό ελληνικό λαό, που είχε εμπιστοσύνη στην ικανότητα και στην παλικαριά του Καραϊσκάκη.

Μετά το θάνατο του Καραϊσκάκη ανέλαβαν ο Κόχραν με τον Τσώρτς την διοίκηση της διεξαγωγής της μάχης στη πεδιάδα του Φαλήρου όπου και ακολούθησε η ολοκληρωτική καταστροφή του Ανάλατου, στη σημερινή περιοχή Φλοίσβου (Φαλήρου) όπου είχαν οι Τούρκοι παρασύρει τους Έλληνες μέχρι που τους περικύκλωσαν. Ακολούθησε η διάλυση του ελληνικού στρατοπέδου της Ακρόπολης και η ανακατάληψή της και η διάλυση και του στρατοπέδου του Κερατσινίου.

Για τον ήρωα της επανάστασης Γεώργιο Καραϊσκάκη έχουν αφιερωθεί πολλά αγάλματα αλλά και ναοί όπως αυτός του Αγίου Νικολάου στο Κερατσίνι κοντα στην εκκλησια του Αγίου Γιώργη. Επίσης εκεί ήταν το στρατηγείο του ήρωα της επανάστασης αλλά και εκεί προσευχήθηκε λίγο πριν πεθάνει. Εκεί πραγματοποιούνται και τα Καραϊσκάκεια που είναι αφιερωμένα σε αυτόν.





 









Ποιήματα για τον Καραϊσκάκη

Πόλεμος θ’ άρχιζε. Στα ξάγναντα, μπροστά μου,
κορφή, γκρεμός το βουνό μαύρο.
Ξαφνικά το βουνό αστράφτει
μες στην υπνοφαντασιά μου
σαν από φάσγανα γυμνά για φονικά.
Όσο κι αν έγερν’ εμέ δειλία προς τα χάμου,
με μάτια πρόσμενα υψωμένα εκστατικά
τα πρώτα βόλια να σφυρίξουνε στ’ αυτιά μου
κι ένιωθα κάτι σαν φτερό στα σωθικά μου.
Και να! Από του βουνού την κορωμένη ράχη
δε χύμησε μουγκρίζοντας η αντάρα η μάχη.
Το βουνό χρυσή σκάλα, κλέφτες και κουρσάροι
την κατεβαίνανε, και σ’ όλους μέσα ποιος;
Ένας ξεχώριζε, του Γένους το καμάρι,
της καλογριάς ο γιος.

Κ.Παλαμάς
















Ωδή σύντομη στον Γ. Καραϊσκάκη

Σαν πρασινίζει ο γαύρος στον Ασπροπόταμο,
τις νύχτες του Μάη με τις φωνές των αστεριών,
ξαναπαίρνεις, κάθε χρόνο, τα παλληκάρια σου
κι ανεβαίνεις άρρωστος και πετροβολημένος
προς το μεγαλείο των Αγράφων.
Και τότε συγχωρείς όλους εμάς
και μας καταλαβαίνεις,
που ένας εδώ, ένας εκεί,
πολεμάμε με χίλιους δαιμόνους
και μόλις προφταίνουμε,
τελευταία στιγμή,
κι ακολουθούμε τη μεγάλη πορεία
πίσω από το ξυλοκρέββατο,
ενώ έρχονται κοντά σου,
πίσω από το λεκιασμένο σκούφο σου,
χωρίς φωνή, με μαύρα μάτια,
σύντροφοι του αγώνα, ο Λόρκας, ο Λουμούμπα, ο Μπολιβάρ,
ο Μαγιακόφσκης, ο Διέγο Ριβέρα κι άλλοι πολλοί,
που κρύβονται από την αστυνομία του Μαυροκορδάτου.
Σε παρακαλώ, καπετάνιε Στρατηγέ μου,
άφησέ με να γινώ σωματοφύλακάς σου
να σε φρουρήσω σ’ όλη σου τη σύντομη ζωή·
ξέρω από παγίδες, ξέρω από παράσημα..
Ξέρω τι αξίζει ένας λαϊκός στρατηγός, τι αξίζεις.

Θανάσης Φωτιάδης(Δημοσιεύτηκε στην «Επιθεώρηση Τέχνης», τ. 75, Μάρτιος 1961,)

Η μάχη της Αράχωβας

«Απάνω στην Αράχωβα, ψηλά στον Άϊ Γιώργη
πολλά ντουφέκια πέφτουνε και σαματάς μεγάλος.
Μήνε σε γάμους πέφτουνε, μήνε σε πανηγύρι,
πόλεμος γίνεται εκεί και σκοτωμός μεγάλος.
Έλληνες είν’ που πολεμάν με τον Καραϊσκάκη
με Τούρκους πώχουν αρχηγό αυτόνε το Μουστάμπεη
πόχ’ Αρβανίτες διαλεχτούς το όλο τρεις χιλιάδες.
-Aφέντη Αϊ Γιώργη πολεμιστή και γριβοκαβαλλάρη
αρματωμένε με σπαθί και με χρυσό κοντάρι,
μας ήρθε ο Μουστάμπεης, ψηλά στο κεφαλάρι.
-Έβγα να πολεμήσετε για να μη μείνει ποδάρι.
-Έχει πασάδες μπόλικους, ασκέρι τρεις χιλιάδες.
-Βγάτε να τους μποδίσετε για να μην μπουν στην πόλη
ίσως και αύριο ταχύ, να πέσει και το χιόνι
και τότε θα παγώσουνε, θα ξεραθούνε όλοι.
Καραϊσκάκη μ’ αρχηγέ και πρώτε καπετάνιε
έβγα στο κεφαλάρι μας να μας ελευτερώσεις.

Δημοτικό τραγούδι

Κι ένα σύγχρονο τραγούδι από το Δ.Σαββόπουλο

Ωδή στο Γ. Καραϊσκάκη

Η οθόνη βουλιάζει σαλεύει το πλήθος
εικόνες ξεχύνονται με μιας
πού πας παλληκάρι ωραίο σαν μύθος
κι ολόισια στο θάνατο κολυμπάς

Και όλες οι αντένες μιας γης χτυπημένης
μεγάφωνα και ασύρματοι από παντού
γλυκά σε νανουρίζουν κι εσύ ανεβαίνεις
ψηλά στους βασιλιάδες τ' ουρανού

Ποιος στ' αλήθεια είμαι εγώ και πού πάω
με χίλιες δυο εικόνες στο μυαλό
προβολείς με στραβώνουν και πάω
και γονατίζω και το αίμα σου φιλώ

Πού πας παλληκάρι πομπές ξεκινούνε
κι οι σκλάβες σου ουρλιάζουν στο βωμό
ουρλιάζουν τα πλήθη καμπάνες ηχούνε
κι ο ύμνος σου τραντάζει το ναό

Ποιος στ' αλήθεια είμαι εγώ και πού πάω
με χίλιες δυο εικόνες στο μυαλό
οι προβολείς με στραβώνουν και πάω
και γονατίζω και το αίμα σου φιλώ






Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, ήτανε ολάκερη η γενιά των Ελλήνων. Τούτος ο αδύνατος άνθρωπος, ήταν -είναι ακόμη και τώρα- η ψυχή του ασύνορου, του ανυπόταχτου, του λεύτερου Έλληνα. Τούτος, ο δίχως καταγωγή, το μαυράδι στην όψη και τα πνευμόνια, είχε την τρανότερη ψυχή της ελληνικής ιστορίας. Ξεπήδησε από τα Τάρταρα, πολεμώντας, βρίζοντας, νικώντας, καταφρονώντας. Δεν γονάτισε ποτέ του και γι' αυτό ενώ έφτασε κατάκορφα, αδούλωτος και νικητής, κατατρέχτηκε, στιγματίστηκε, κατηγορήθηκε όσο δεν πήγαινε. Φαμίλια δυνατή πίσω του, γραμματικούς λόγιους, δεν είχε για να φανερώσουν την αξιοσύνη του. Ο Καραϊσκάκης υπήρξε η τρανότερη και πιο αδούλωτη καρδιά, ολάκερης της ελληνικής ιστορίας. Ολάκερης.

Ο Καραϊσκάκης γεννήθηκε σε μια σπηλιά, κι όμως στη θανή του «χάσαμε τον πατέρα μας!» φώναζε ένας ολόκληρος λαός. Πώς το κατόρθωσε αυτό;

Μόρφωση δεν πήρε άλλη, εξόν από εκείνη που δίνει η πείρα της ζωής.

Τα κατάφερε με τη δύναμη της θέλησης του και τη μεγαλοσύνη της καρδιάς του. Ανέβηκε σκαλί-σκαλί το δύσκολο δρόμο. Έδωσε ό,τι μπορούσε κι ό,τι κι αν είχε στο δίκιο για τη λευτεριά και στον αγώνα.

Στάθηκε τίμιος απέναντι στους άλλους, γιατί ήταν τίμιος απέναντι στον ίδιο τον εαυτό του. Αυτό τον έκανε μεγάλο.
Δ.Φωτιάδη: «Καραϊσκάκης» 
Οι πηγές που μας βοήθησαν να βρούμε στοιχεία για τη ζωή και τη δράση του Γ. Καραϊσκάκη είναι:
Παν.Τουκάτος: «Η ιστορία του Κερατσινίου» 
Δημ.Φωτιάδη: «Καραϊσκάκης 
Χ.Κουτελάκης-Αμάντα Φώσκολου: «Πειραιάς και Συνοικισμοί» 
Δ.Λουκάς-Μ.Κλαδά-Δ.Μπελέσος: «Κερατσίνι» 
«Στα νεότερα χρόνια»Ιστορία Στ΄Δημοτικού 
Ακόμη αρκετές ιστοσελίδες όπως: wikipedia, www.os3.gr
Τέλος ευχαριστούμε πολύ τη Δημοτική βιβλιοθήκη Κερατσινίου 
για το υλικό και την βοήθειά της.
Οι μαθητές της Στ΄ τάξης του 22ου Δ.Σ.Κερατσινίου 
και η δασκάλα τους Μιχάλογλου Στέλλα


Πως εργαστήκαμε:  
Αφού συζητήσαμε τα αντίστοιχα γεγονότα εργαστήκαμε ομαδικά αλλά και ατομικά για να συγκεντρώσουμε τα στοιχεία που θέλαμε . Ψάξαμε για πληροφορίες στο διαδίκτυο ,στη δημοτική βιβλιοθήκη και στη βιβλιοθήκη του σχολείου. Φωτογραφήσαμε το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου δίπλα στον Αϊ Γιώργη που μεταφέρθηκε πληγωμένος ο Καραϊσκάκης.

Πίνακας του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου που δείχνει τον Καραϊσκάκη να εφορμά στην Ακρόπολη


Εργασία των μαθητών της Στ΄τάξης
του 22ου Δημοτικού Σχολείου Κερατσινίου

Μάρτης 2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου